Εμπειρία Μισόφωτη – Σέριφος. Έκθεση φωτογραφίας του Γ. Τυροβολά
Φωτογραφίζοντας βιομηχανικά κατάλοιπα / Ανιχνεύοντας την αθέατη πλευρά του ορατού
Η φωτογραφία κατέχει σημαντική θέση στη Βιομηχανική Αρχαιολογία και παίζει διπλό ρόλο: οι ιστορικές φωτογραφίες συνιστούν πολύτιμα τεκμήρια για την ανασύσταση του παρελθόντος ανενεργών σήμερα παραγωγικών μονάδων, ενώ η φωτογραφία αποτύπωσης –με τους δικούς της κανόνες και τις προδιαγραφές– είναι ένα μία από τις θεμελιώδεις μεθόδους και μέσο για την αναγνώριση και καταγραφή των σημερινών καταλοίπων αυτού του παρελθόντος.
Στο έργο του ο Γιάννης Τυροβολάς δεν κάνει ό,τι ακριβώς αποκαλούμε «φωτογραφική αποτύπωση», όμως με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο καταγράφει πλευρές του σήμερα και του χθες στα απομεινάρια των εργοστασίων… Κυρίως τον συγκινεί η αλλοτινή ανθρώπινη παρουσία –σημερινή απουσία– σε αυτούς τους χώρους που στέγασαν μια πολύβουη παραγωγική δραστηριότητα. Τον απασχολούν όλες οι εκφράσεις-εκδηλώσεις αυτής της δραστηριότητας –μόχθος, δημιουργία, κυριαρχία, διαμαρτυρία, αντίσταση– και μέσα από τη φωτογραφία του προσπαθεί να τις εντοπίσει στους βιομηχανικούς ερειπιώνες και να τις καταγράψει. Συνάμα, όμως, παρακολουθεί και καταγράφει τη σύγχρονη ανακατάληψη αυτών των χώρων από τον άνθρωπο.
Στην «Εμπειρία μισόφωτη» ο Γ. Τυροβολάς στρέφει τον φακό του στο βιομηχανικό μνημείο εξόρυξης σιδήρου της Σερίφου, το οποίο έχει κηρυχθεί στο σύνολό του διατηρητέο από το υπουργείο Πολιτισμού (οι σκάλες φόρτωσης του μεταλλεύματος στον Κουταλά και το Μεγάλο Λιβάδι, το Διοικητήριο στο Μεγάλο Λιβάδι, οι εργατικές κατοικίες και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις με τον σωζόμενο εξοπλισμό τους).
Σε αυτό το σημείο θεωρώ αναγκαίο να ανατρέξουμε σε ένα σύντομο ιστορικό των μεταλλείων Σερίφου, της μακροβιότερης μεταλλευτικής εγκατάστασης στον νησιωτικό χώρο, η οποία χρονολογείται από το β΄ μισό του 19ου αιώνα. Πράγματι, το 1869 η Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία ξεκίνησε τη συστηματική εξόρυξη σιδηρομεταλλευμάτων στο Μεγάλο Λιβάδι και στον Κουταλά της Σερίφου, ενώ το 1880 τη διαδέχθηκε η «Σέριφος-Σπηλιαζέζα» του Ζαν Μπατίστ Σερπιέρι, μίας από τις εμβληματικές «μεταλλευτικές» προσωπικότητες της εποχής. Η τρίτη εταιρεία ελληνογαλλικών συμφερόντων που δραστηριοποιήθηκε στη Σέριφο από το 1887 ήταν η «Βιάρ-Σγούτας-Ντυφούρ». Το 1886 ο Γερμανός μεταλλειολόγος Αιμίλιος Γκρώμαν ανέλαβε τη διεύθυνση της εταιρείας «Σέριφος-Σπηλιαζέζα». Οι Γκρώμαν έλεγξαν το νησί, κατασκευάζοντας παράλληλα εκτεταμένα έργα υποδομής για την εξόρυξη, μεταφορά και φόρτωση του μεταλλεύματος στα πλοία. Το μετάλλευμα εξαγόταν σε ΗΠΑ, Αγγλία, Σουηδία και Βέλγιο. Μετά τον θάνατο του Αιμίλιου, το 1906, τη διεύθυνση της εταιρείας ανέλαβε ο γιος του Γεώργιος, ενώ οι υπόλοιπες εταιρείες του νησιού απορροφήθηκαν σταδιακά από τη «Σέριφος-Σπηλιαζέζα». Εργάτες από τη Μύκονο, την Πάρο, την Κάρπαθο, την Αμοργό, την Εύβοια και αλλού μετανάστευσαν στη Σέριφο για να εργαστούν στα μεταλλεία, με αποτέλεσμα το 1912 ο πληθυσμός του νησιού να φτάσει τις 4.400, εκ των οποίων οι 2.000 εργάζονταν στα μεταλλεία. Τον Αύγουστο του 1916 ξέσπασε η απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου με αιτήματα την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών εργασίας, την τήρηση του οκταώρου στις υπόγειες εργασίες και την αποφυγή εργατικών ατυχημάτων στις στοές. Η απεργία κορυφώθηκε με την κατάληψη του νησιού και τις συμπλοκές μεταλλωρύχων-χωροφυλακής στο Μεγάλο Λιβάδι, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν 4 μεταλλωρύχοι και 2 χωροφύλακες. Εξάλλου, η «Εμπειρία μισόφωτη» του Γιάννη Τυροβολά παρουσιάζεται και ως φόρος τιμής στην επέτειο των 100 χρόνων από την εξέγερση αυτή.
Από το 1933 την εταιρεία διοίκησε ο Αιμίλιος Γκρώμαν, γιος του Γεώργιου. Μετά τον πόλεμο οι Γκρώμαν εκδιώχθηκαν από τη Σέριφο ως συνεργάτες των Γερμανών. Το 1951 η «Σέριφος-Σπηλιαζέζα» διέκοψε τις εργασίες της και τα μεταλλεία έκλεισαν οριστικά το 1965.
Ο Γ. Τυροβολάς ακολουθεί τα ίχνη αυτής της ιστορίας που σημαδεύουν το τοπίο του κυκλαδίτικου νησιού και προσπαθεί να «ψηλαφίσει» τον άνθρωπο πίσω και πέρα από αυτά. Μέσα από τα υλικά κατάλοιπα υπενθυμίζει/εντοπίζει το άυλο, την ανθρώπινη ύπαρξη, μέσα στις στοές, πίσω από τους τοίχους των σπιτιών, δίπλα στα βαγονέτα, πίσω από τα μηχανήματα, πάνω από τη θάλασσα, εμφυσώντας τελικά ζωή στο άνυδρο τοπίο της Σερίφου. Παράλληλα, η ποίηση του Κώστα Υφαντή αναδεικνύει αυτή τη διάσταση και «ντύνει» την απουσία.
Τελικά, τα φωτογραφικά στιγμιότυπα του Γ. Τυροβολά έχουν διττή υπόσταση, αφενός, ως τεκμήρια της σημερινής κατάστασης των μνημειακών μεταλλευτικών καταλοίπων της Σερίφου και, αφετέρου, ως απόπειρα να προσεγγίσουν τις βαθύτερες πλευρές της εμπειρίας. Γι’ αυτό και προσθέτουν μια ενδιαφέρουσα διάσταση στην οπτική της Βιομηχανικής Αρχαιολογίας, την αθέατη πλευρά του ορατού…
Αθήνα, Σεπτέμβρης 2016
Μαρία Μαυροειδή
Ιστορικός-βιομηχανική αρχαιολόγος